Ο μικρός Βουδιστής


Η Κασσιόπη κοίταξε τον γιο της με απόγνωση. Ο μικρός ήταν σε ελεεινή κατάσταση. Από την αδυναμία τα μάγουλά του είχαν ρουφηχτεί μέσα στο κρανίο του τόσο πολύ που έκαναν τα μάτια του να μοιάζουν σαν να πετάγονται μέσα  από τις κόγχες τους. Ακριβώς σαν τα μάτια που είχαν εκείνα τα λούτρινα κουκλάκια που του αγόραζε όταν ήταν μωρό.  Το χρώμα του δέρματός του ήταν πιο λευκό και από την απόχρωση που είχαν οι κόλλες χαρτιού που χρησιμοποιούσε για να γράφει κάθε ξημέρωμα πριν κοιμηθεί τα ποιήματά της. Εντάξει, για εκείνους το λευκό χρώμα δέρματος δεν αποτελούσε γενικά πρόβλημα. Αλλά στην περίπτωσή του το κακό είχε παραγίνει.

Όποτε τον έβλεπε να κάνει μπάνιο τρόμαζε από την αδυναμία του. Μπορούσε πια να μετρήσει κανονικά τα πλευρά του ένα ένα.   Δεν μπορούσε να αφήσει να συνεχιστεί αυτή η κατάσταση. Εντάξει είπε στην αρχή: έφηβος είναι, πρέπει να τα κάνει αυτά που κάνει. Αλλά αν συνέχιζε έτσι φοβόταν πως μπορεί και να πέθαινε. Μάνα ήταν και ανησυχούσε με το δίκιο της.
«Τι θα γίνει ρε παιδάκι μου, θα φας;», του είπε με αγριεμένη φωνή.

Ο μικρός Ευριπίδης έγνευσε με το κεφάλι του αρνητικά χωρίς να γυρίσει καν να την κοιτάξει. Ήταν πεισμωμένος. Προσπαθούσε τόσο καιρό να την κάνει να καταλάβει πως δεν του άρεσε αυτό το φαγητό και πως δεν θα το ξανάβαζε στο στόμα του ποτέ στη ζωή του. Όμως εκείνη όχι. Εκεί. Να επιμένει. Και να αρνείται να αποδεχτεί τις επιλογές του.

«Ρε παιδάκι μου, τι κεφάλας που είσαι! Δεν καταλαβαίνεις πως κάνεις κακό στον εαυτό σου; Έλα σε παρακαλώ και φάε! Πρέπει να ρουφήξεις όσο είναι ακόμα ζωντανός. Δες τον! Σπαρταράει, σε λίγο θα ξεψυχήσει! Έτσι και μας πεθάνει, μετά πάνε όλα τα θρεπτικά συστατικά! Καταστράφηκαν!»

Στα πόδια της ήταν κουλουριασμένο το τελευταίο της θήραμα. Ένας φουκαράς λαχειοπώλης που τον τσίμπησε σε ένα στενάκι στο Μεταξουργείο. Φαινόταν γύρω στα 55, με γκρίζα μαλλιά και γαλήνια καστανά μάτια. Το παγωμένο βλέμμα του μαρτυρούσε πως μέχρι να έρθει αυτή η βραδιά στη ζωή του ήταν ένας άνθρωπος γεμάτος αισιοδοξία που,  παρά τις κακουχίες που του είχαν τύχει, αντιμετώπιζε τη ζωή με πίστη.  Ούτε που πρόλαβε να καταλάβει για πότε τον άρπαξε από πίσω η Κασσιόπη και έχωσε τα δόντια της στο σβέρκο του. Τώρα βρισκόταν αξιοθρήνητος μπροστά της και βαριανάσαινε ανήμπορος περιμένοντας τον θάνατο.

Η Κασσιόπη του είχε ρουφήξει τόσο αίμα όσο έπρεπε για να τον διατηρήσει σε ημιλιπόθυμη κατάσταση ώστε ο Ευριπίδης να μπορέσει να τραφεί χωρίς να κινδυνεύει από κάποια αντίδρασή του. Όσο είναι ακόμα μικρός δεν μπορεί να χειρίζεται τα θηράματά του μόνος του. Χρειάζεται τη βοήθειά της. Όταν μεγαλώσει θα μπορεί να τα καταφέρει μια χαρά και μόνος του. Αν στο μεταξύ το μαλακισμένο αποφασίσει να φάει.

«Ρε μάνα, αφού σου έχω εξηγήσει χίλιες φορές. Είμαι vegan!!!!!», απάντησε ο Ευριπίδης στη μητέρα του.

«Τι είναι αυτά που λες ρε παιδάκι μου;», του φώναξε με απόγνωση. «Είσαι τελείως βλαμμένο; Τι vegan και χαζομάρες!!! Είσαι βρικόλακας αγόρι μου!!! Βρικόλακας!!!! Και οι βρικόλακες τρεφόμαστε με ανθρώπους!!!! Δεν είμαστε γελάδια για να βόσκουμε στα καταπράσινα λιβάδια!!!!»

«Σου είπα δεν θέλω!!!!», της απάντησε απότομα και έχωσε το βλέμμα του ακόμα πιο βαθιά στην οθόνη του tablet του.

«Τι να σου πω παιδάκι μου!!!!», ξεφύσησε η Κασσιόπη. «Εσύ θα με τρελάνεις!!! Φάε ρε, θα ψοφήσεις από την πείνα!!!!»

«Είμαστε βρικόλακες. Δεν πεθαίνουμε ποτέ», της απάντησε με ηρεμία ο Ευριπίδης. «Και δεν είναι σωστό να τρεφόμαστε με ζωντανούς οργανισμούς. Οι καρποί της γης αρκούν για να μας δώσουν όλα τα απαραίτητα συστατικά. Αρκεί να κάνεις τους κατάλληλους συνδυασμούς τροφών. Διάβασε και λίγο, ψάξου στο Internet! Δεν είμαστε στον μεσαίωνα μητέρα για να τρώμε ανθρώπους!»

Η Κασσιόπη αναστέναξε αγανακτισμένη. Δεν έφταιγε αυτός. Εκείνη έφταιγε που πήγε και του αγόρασε αυτό το tablet. Και άρχισε εκείνος κάθε απόγευμα πουν ξυπνούσε να περιηγείται με τις ώρες στο Internet. Θέμα χρόνου ήταν μέχρι να δει καμιά σελίδα με τίποτα φιλάνθρωπους βρικόλακες και να πάρουν τα μυαλά του αέρα. Έπρεπε να το είχε υποψιαστεί όμως. Το μήλο κάτω από τη μηλιά θα πέσει. Έμοιαζε στον αχαΐρευτο τον πατέρα του που κάποια στιγμή τα παράτησε όλα και πήγε και έγινε μοναχός στο Άγιο Όρος. Αν είναι δυνατόν! Βρικόλακας! Μοναχός! Στο Άγιο Όρος! Καλύτερα να την είχε παρατήσει για την άλλη την κάργια την Σούλα που του έκανε μια ζωή τα γλυκά μάτια. Αυτό θα μπορούσε να το χωνέψει.  Βρικόλακας όμως στο Άγιο Όρος ήταν κάτι που δεν χωνευόταν με τίποτα!!! Ένας από το είδος τους να πηγαίνει με το παπαδαριό που εδώ και αιώνες τους κυνηγούσε και τους παλούκωνε και διέδιδε όλες αυτές τις ιστορίες για εκείνους χωρίς ποτέ να κατανοήσει τις δικές τους ανάγκες. Και το χειρότερο, να έχει καταλήξει να προσκυνά έναν εσταυρωμένο αγράμματο ξυλουργό αντί για τον πανέμορφο Εωσφόρο που λάτρευαν από πάππου προς πάππου και από γενιά σε γενιά!

Πέρασαν πολλά χρόνια μέχρι να σταματήσει να ακούει τα γέλια που έριχναν πίσω από την πλάτη της οι υπόλοιποι βρικόλακες της παρέας. Δεν είχαν γελάσει τόσο πολύ ούτε με τη Λίτσα που την παράτησε ο άντρας της για έναν άλλον άντρα. Που να μάθαιναν τώρα πως ο γιος της είχε γίνει vegan!!!! Δεν την έσωζε τίποτα.

«Ξέρεις κάτι;», του είπε θυμωμένη. «Μείνε να πεινάς για μια αιωνιότητα. Πήγαινε να βρεις και αυτόν τον αχαΐρευτο τον πατέρα σου στο Άγιο Όρος. Τα ίδια μυαλά κουβαλάτε άλλωστε!!! Εγώ θα φάω το φαγητό μου και θα το απολαύσω κιόλας!!!»

« Όταν μεγαλώσω δεν θα πάω στο Άγιο Όρος σαν τον μπαμπά αλλά στο Θιβέτ», απάντησε βαριεστημένα ο Ευριπίδης. «Εγώ δεν είμαι ούτε Χριστιανός σαν αυτόν ούτε Σατανιστής σαν εσένα και τον παππού και τη γιαγιά. Το ίδιο εγκλωβισμένοι μέσα στη Σαμσάρα είσαστε όλοι σας και ας πιστεύετε το αντίθετο. Και όσον αφορά το φαγητό, πάρε το απόφαση επιτέλους. Εγώ άνθρωπο δεν ξανατρώω. Θέλω να μου αγοράσεις ξηρούς καρπούς, κράνμπερις, κότζι μπέρυ και ταχίνι. Είναι όλα super foods και σε κρατάνε χωρίς να χρειάζεται να σκάσεις από το φαγητό. Α, να μου πάρεις και τσάι. Πράσινο τσάι. Μπόλικο. Είναι αντιοξειδωτικό. Πάρε και για σένα λίγο. Έχεις πετάξει κοιλιές και σε λίγο έρχεται το καλοκαίρι και να δω πως θα βγαίνεις τα βράδια στην παραλία με το μαγιό.»

Η Κασσιόπη απηυδισμένη όρμηξε στο λαιμό του ετοιμοθάνατου λαχειοπώλη. Από τα νεύρα της του τράβηξε μια δαγκωνιά πιο δυνατή από όσο χρειαζόταν και αρκετό αίμα ξέφυγε και έσταξε στο χαλί. 
Δεν της έφταναν όλα τα άλλα, θα είχε και να καθαρίσει τώρα.
Το κρακ που ακούστηκε έκανε τον Ευριπίδη να ανατριχιάσει.

«Σιγά ρε μάνα, μου σηκώθηκε η τρίχα!!!! Πιο ήρεμα, τον ξεπάστρεψες τον φουκαρά»,  της είπε και σηκώθηκε από τον καναπέ και κατευθύνθηκε στο δωμάτιό του.

Εκείνη ρούφηξε λαίμαργα όσο αίμα είχε απομείνει στον άτυχο άντρα και άφησε το κουφάρι του να σωριαστεί. Έγειρε πίσω στην πολυθρόνα για να χωνέψει. Το μυαλό της ήταν καζάνι από τον καυγά. Το βλέμμα της πήγε στο βωμό του Μπαφομέτ στο βάθος του σαλονιού. Κοίταξε τον ανδρόγυνο δαίμονα με το κεφάλι τράγου και τα μαύρα φτερά. Κάθε βράδυ προσευχόταν και τον παρακαλούσε να δώσει σε αυτό το παιδί φώτιση και να το φέρει πίσω στον ίσιο δρόμο. Στον δρόμο της παράδοσης. Στον δρόμο που είχαν χαράξει οι προηγούμενες γενιές βρικολάκων και που είχαν υπερασπιστεί με την ίδια τους τη ζωή. Στην παράδοση που τους είχε φτάσει μέχρι εδώ όλους αυτούς τους αιώνες. Αν όλοι κουβαλούσαν τα μυαλά του γιου της και του άντρα της σύντομα το είδος τους θα εξαφανιζόταν. Έπρεπε να κάνει κάτι. Και αν για τον άντρα της δεν την πολυένοιαζε, δεν μπορούσε να πει το ίδιο και για τον γιο της. Ήταν νέο παιδί και είχε όλη τη ζωή μπροστά του. Δεν επιτρεπόταν σαν μάνα να τον αφήσει να συνεχίσει αυτή την αυτοκαταστροφική πορεία.

Είχε έρθει η ώρα για ριζικές κινήσεις. Καλές ήταν και οι προσευχές στον δαίμονα, αλλά δεν φαίνονταν να λειτουργούν. Τουλάχιστον όχι άμεσα. Έπρεπε να δοκιμάσει κάτι άλλο.  Θα έκανε αυτό που της είχε προτείνει η Κλέλια. Και ας ήταν αντίθετη όταν το πρωτοάκουσε. Είχε φτάσει στο αμήν και όφειλε να δοκιμάσει τα πάντα. Πήρε το κινητό της από το κομοδίνο στα δεξιά της και το έφερε στο οπτικό της πεδίο. Βρήκε το νούμερο της Κλέλιας. Με νωχελικές κινήσεις σχημάτισε το SMS που ήθελε και πάτησε το send:

«Αγάπη καλησπέρα. Στείλε μου τα στοιχεία του παιδοψυχολόγου που μου είπες προχθές στο κομμωτήριο. Δεν πάει άλλο με τον μικρό, θα μου πεθάνει από την πείνα. Φιλάκια!!!!».

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις